Απόψε όλα ηλεκτρισμός,
στο στήθος μου καμπάνες,
κραυγές και πλήθη πάνε
κι έρχονται.
Απόψε η θάλασσα με πνίγει
και με πάει εκεί που να φύγω
δε θα το 'θελα ποτέ.
Απόψε όλα σπίθα
που τον πηχτό αέρα διαπερνά.
Που σαν το φως της πουθενά αλλού,
σαν το νόημά της τίποτα.
Απόψε δυο ψυχές ίσως καούν,
ίσως χαθούν στην ατέλειωτη απόσταση
που τις ενώνει.
Απόψε όλα φωτιά,
όλα φλόγες και καπνοί,
όλα ψηλά στον ουρανό κι όλα θαμμένα.
Απόψε κάθε θερμή ματιά νεκρή φαντάζει,
όσο αναπνέουμε και λέμε το “μαζί.”
Απόψε όλα στάχτη,
αφημένη κάπου στα κρυφά
πύρινες γλώσσες να θυμάται και καρφιά.
Ίσως κι εκείνης οι αναμνήσεις
της δίνουν ζωή
κι ίσως χρώμα δίνουν στο ξεθωριασμένο γκρίζο.
Απόψε όλα εσύ κι όλα εγώ.
Όσο μια στιγμή μας δένει και μια λάμψη,
όσο η ανάσα με χαρά πεθαίνει.
Απόψε όλα ηλεκτρισμός
και στις ψυχές μας φως,
που σώμα, ουρανό και γη
σ' ένα σύμπαν θεικό, σε μια αιώνια στιγμή
καρτερικά διαβαίνει.