Δευτέρα, Αυγούστου 24

Απόδειξη.


Στο Γιώργο.


Καθόμουν στη βεράντα του μικρού σπιτιού, κάτω απ’ τη στέγη με τα κεραμίδια. Είχα μια ανθισμένη λεμονιά στα μάτια μου, γεμάτη ανθούς κι αρώματα, ζωή γεμάτη. Γύρω μου ο κόσμος άλλαζε δρόμους, σταματούσε στο στενό και προχωρούσε. Ναι, τα βήματά τους έφταναν στ’ αυτιά μου, μου γέμιζαν μυαλό και συνείδηση, μ’ έσφιγγαν στη χούφτα τους μέχρι να δώσω το χυμό μου. Κι ύστερα με άφηναν αφυδατωμένη να κοιτάζω μόνο. Να κοιτάζω. Να τους κοιτάζω που σταματούν στα στενά κι ύστερα προχωρούν στο επόμενο.

Πόσο το ήθελα να σηκωνόμουν από ‘κει. Πόσο το ‘θελα να βγω στο δρόμο τους, να προχωρήσω. Θα περπατούσα πίσω τους αν το ‘κανα, το ήξερα καλά αυτό. Γι’ αυτό ονειρευόμουν το αντίθετο ρεύμα. Το απέναντι πεζοδρόμιο. Να περπατώ κάθετα κι αυτοί οριζόντια. Εγώ στην ανηφόρα. Εκείνοι κατηφόρα. Να βλέπω τα πρόσωπά τους σε κάθε μου βήμα. Σε κάθε στενό ένα ζευγάρι μάτια να ξεπροβάλλει. Να κοιτά κάτω. Να κοιτώ πάνω. Να τους βλέπω να κατρακυλούν ομοιόμορφα και σταθερά. Να μου χαμογελούν μ’ εκείνο το βλέμμα…το γλυκόπικρο, το δήθεν συμπονετικό. Το έμμεσα υποσχόμενο ήττα. Στάλες ιδρώτα στο μέτωπό μου, στα μάγουλα, στο λαιμό. Να τα βλέπουν και να χαμογελούν, μ’ εκείνο το βλέμμα…το ελεεινό. Κι εγώ συνέχεια ανηφόρα. Εκείνοι συνέχεια κατηφόρα.

Σκεφτόμουν την καρδιά μου ν’ αναπηδά από αγανάκτηση. Κάθε φορά που διέκρινα στα στενά τα ζαχαρί τους δόντια. Μιλάς? Γιατί μιλάς? Θα δεις στο τέλος…Που θα τελειώσει η ανηφόρα μου. Που θα ‘μαι κορυφή και θα ‘σαι πρόποδες. Που θα ‘χω παλέψει. Που θα ‘χεις απλά κατρακυλήσει. Που θα χαμηλώνω το βλέμμα για να βρω το δικό σου.

Καθόμουν στη βεράντα του μικρού σπιτιού και τους άκουγα να βηματίζουν στις κατηφόρες τους. Έκλεισα τα μάτια. Ναι, τους το είχα αποδείξει.

1 σχόλιο:

kioy είπε...

Οι δρόμοι είναι πολλοί. Μα πάντα είναι ανήφορος. Οι υπόλοιποι απλά κουρασμένοι, κατρακυλούν...

Μα δεν είναι κοπιαστική η απόδειξη που ψάχνεις. Οι αποδείξεις συνήθως υπονοούν την διακριτότητα των χώρων. Του εδώ και του εκεί. Και την απόδειξη τη χρειάζεται το εδώ για να υπερισχύσει του εκεί. Κάτι τέτοιο υπαγορεύει όμως μια ανταγωνιστικότητα. Μια συγκρισιμότητα του εδώ με το εκεί. Εγώ νομίζω πως οι τόποι δε συγκρίνονται. Άσε που (προ)υπάρχουν ανεξαρτήτως της απόδειξης τους.

Ένας τόπος δεν είναι η γη, δεν είναι η ύλη που τον περιβάλλει. Ο κάθε τόπος είναι η αντανάκλαση, ή η προβολή της ψυχής μας. Δε χρειάζεται κανένας τόπος να καθυποτάξει τον άλλο. Μόνο να ανοίξουμε τόσο το κάδρο, που να ανοίξει το τοπίο και οι ορίζοντες, που οι προβολές όλων των ψυχών θα γλυκαίνουν στο ηλιόγερμα της συνύπαρξης και της διαλεκτικότητας. Έτσι μορφώνεται ο τόπος. Τη δική μας αγκαλιά γυρεύει, σχήμα για να του δώσει...

Δώσε μου το χέρι, να σου σκουπίζω τον ιδρώτα. Θα με 'χεις πλάι, όχι απέναντι. Όχι για να φτάσουμε μαζί στην απάτητη την κορυφή. Μην ανησυχείς τίποτα δε θα μείνει απάτητο. Αλλά για το εδώ σου, και το εκεί μου, να γίνει ΕΔΩ μας...

Δε χρειάζεται κάτι να μου αποδείξεις. Ο αέρας φεύγει από τα μάτια σου και ψαχνίζει τα δικά μου. Φτάνει, σε πιστεύω!

Καληνύχτα σας! :)

 

Missing You Blogger Template